Στηθαίο Συνώνυμα
Στηθαίο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- εμπόδιο, δυνάμιος, προπύργιο, οδόφραγμα, έπαλξη, πρόχωμα, palisade, φράκτης, στεγανών, τράπεζα, ανάχωμα, buffer, τοίχο, φράχτη, μπαρ, πύλη.
Στηθαίο Συνώνυμο συνδέσεις: εμπόδιο,
προπύργιο,
οδόφραγμα,
έπαλξη,
τράπεζα,
ανάχωμα,
buffer,
φράχτη,
μπαρ,
πύλη,