Σανατόριο Συνώνυμα


Σανατόριο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • σανατόριο, νοσοκομείο, ιατρείο, άσυλο, σπίτι, υποχώρηση, σπα, τόπο πότισμα, λουτρά.
  • σανατόριο.
Σανατόριο Συνώνυμο συνδέσεις: σανατόριο, νοσοκομείο, σπίτι, υποχώρηση, σανατόριο,