Παρορμητική Συνώνυμα


Παρορμητική Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • εξάνθημα, ορμητικός, ευερέθιστος, συναισθηματική, αυθόρμητη, τελέσθηκαν, απερίσκεπτη, απρονοησία, απρόσεκτος πρόσωπο, βιαστική, ξαφνική, απότομη, ίζημα.
Παρορμητική Συνώνυμο συνδέσεις: εξάνθημα, ορμητικός, ευερέθιστος, συναισθηματική, αυθόρμητη, απερίσκεπτη, απρονοησία, απρόσεκτος πρόσωπο, βιαστική, ξαφνική, απότομη, ίζημα,

Παρορμητική Αντώνυμα