Παλιόφιλος Συνώνυμα


Παλιόφιλος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • φίλος, φίλε, chum, σύντροφος, pal, σύντροφε, mate, συνάδελφος, sidekick, φιλοξενούμενος, συγκάτοικο, εταίρος, ami, amigo.
Παλιόφιλος Συνώνυμο συνδέσεις: φίλε, chum, σύντροφος, συνάδελφος, φιλοξενούμενος, εταίρος,