Ουρλιάζω Συνώνυμα
Ουρλιάζω Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- γκρινιάζω, γκρινιάζουν, απειλή, snap, φλοιός, τρίζω τα δόντια.
- επιπλοκή, εμπλοκή, ενημερωση, δυσκολία, γραβάτα-up, συμφόρηση, μαρμελάδα, δύσκολη θέση, δίλημμα.
- κουβάρι, κόμπος, ραβέλ, muss, λόξα, τούφα, εμπλοκή.
Ουρλιάζω Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- γκρινιάζω, γκρινιάζουν, απειλούν, απειλή, gnash, snap, επιτίθεμαι, φλοιός.
- μπλέκω.
- φωνάζω.