Ομόφωνη Συνώνυμα


Ομόφωνη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • συμφωνώντας, συγκλίνουσες, ομοϊδεάτες, ενωμένη, αδιαίρετος, αρμονική, συντονισμένη, κοινή, ενιαία, καθολική, στερεά, ταυτίζονταν.
Ομόφωνη Συνώνυμο συνδέσεις: συγκλίνουσες, αρμονική, συντονισμένη, καθολική,

Ομόφωνη Αντώνυμα