Μονομανία Συνώνυμα


Μονομανία Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • φανατισμό, ταύτιση απόψεων, εμμονή, obsessiveness, ζηλωτής, πάθος, τρέλα, compulsiveness, εξαναγκασμός, εξτρεμισμού, παραλογισμού, idee fixe.
Μονομανία Συνώνυμο συνδέσεις: ζηλωτής, πάθος, τρέλα,