Μελιστάλαχτες Συνώνυμα


Μελιστάλαχτες Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • κολακευτικά, ingratiating, σαγηνευτική, ευχάριστο, χαλαρωτικό, cloying, smooth-tongued, γλοιώδης, σακχαρίνη, cajoling, γλυκύφωνος, δελεαστικός, λιπαρό.
Μελιστάλαχτες Συνώνυμο συνδέσεις: κολακευτικά, σαγηνευτική, ευχάριστο, cloying, γλοιώδης, σακχαρίνη, γλυκύφωνος, δελεαστικός,