Λήξης Συνώνυμα


Λήξης Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • καταγγελία, παύση, κλείνοντας, τέλος, φινίρισμα, windup, συμπέρασμα, ολοκλήρωση, θάνατο.
Λήξης Συνώνυμο συνδέσεις: καταγγελία, παύση, τέλος, φινίρισμα, windup, συμπέρασμα, θάνατο,

Λήξης Αντώνυμα