Κενά Συνώνυμα


Κενά Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • άγνοια, ηλιθιότητα, απάθεια, ανοησία, brainlessness, παραλογισμό, αναισθησία, ποιοτική έκπτωση, ακατανοησία.
  • ανοησίες, παραλογισμό, φλυαρία, αφρό, σκουπίδια, κουκέτα, θερμού αέρα.
  • κενό, vacuousness, κενότητα, χώρο, κατάσταση κενού, ανυπαρξία, κενή θέση, χάσμα, τρύπα, παύση, διακοπή, διάστημα.
Κενά Συνώνυμο συνδέσεις: άγνοια, ηλιθιότητα, απάθεια, ανοησία, παραλογισμό, ανοησίες, παραλογισμό, φλυαρία, σκουπίδια, κουκέτα, θερμού αέρα, κενό, κενότητα, χώρο, κενή θέση, χάσμα, τρύπα, παύση, διακοπή,

Κενά Αντώνυμα