Καπατσοσύνη Συνώνυμα


Καπατσοσύνη Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • πρωτοβουλία, επιχείρηση, πνεύματος, επινοητικότητα, ευφυία, οξύνοια, δαιμόνιο, απόφαση, ευθυκρισία, εξυπνάδα, εφευρετικότητα.
Καπατσοσύνη Συνώνυμο συνδέσεις: επιχείρηση, ευφυία, οξύνοια, δαιμόνιο, απόφαση, ευθυκρισία,

Καπατσοσύνη Αντώνυμα