Ιδιομορφία Συνώνυμα


Ιδιομορφία Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • επιτήδευση, affectedness, θεατρικότητα, προσποίηση, preciosity.
  • ιδιοσυγκρασία, ιδιαιτερότητα, χαρακτηριστικό, ιδιοτροπία, συνήθεια, σήμα, ρίχνει.
Ιδιομορφία Συνώνυμο συνδέσεις: προσποίηση, preciosity, ιδιοσυγκρασία, ιδιαιτερότητα, χαρακτηριστικό, ιδιοτροπία, συνήθεια, σήμα,