Θηλιά Συνώνυμα


Θηλιά Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • βρόχο, όρμο, halter, λάσου, σχοινί με θηλειά, riata, παγίδα, κόμπος δήμιος του.
Θηλιά Συνώνυμο συνδέσεις: παγίδα,