Επιβεβαιώσει Συνώνυμα


Επιβεβαιώσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διαβεβαιώσω, επαλήθευση, αποδείξει, δημιουργία, πιστοποίηση, επιβεβαιώνουν, επικύρωση, τον έλεγχο ταυτότητας.
  • ενίσχυση, αυξήσει, επιβεβαιώνουν, υποστήριξη, τεκμηριώσει, αύξηση.
  • επικυρώσει, εγκρίνει, κύρωση, βεβαιώνουν, εγκρίνουν.
Επιβεβαιώσει Συνώνυμο συνδέσεις: διαβεβαιώσω, επαλήθευση, αποδείξει, δημιουργία, πιστοποίηση, επιβεβαιώνουν, επικύρωση, ενίσχυση, αυξήσει, επιβεβαιώνουν, υποστήριξη, τεκμηριώσει, αύξηση, επικυρώσει, εγκρίνει, βεβαιώνουν,

Επιβεβαιώσει Αντώνυμα