Εξορμώ Συνώνυμα


Εξορμώ Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • εξόρμηση, επιδρομή, εκδρομή, εκστρατεία, την καθημεριινή σας έξοδο, επίθεση.
  • ευφυολόγημα, πείραγμα, αστείο, αστείο να αμβλυνθεί, gibe, σάτιρα, ιδιοτροπία, φανταχτερό.

Εξορμώ Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • βιαστούμε, debouch, ξεσπούν, τεύχος, καθορίζονται, επίθεση, παύλα, άνοιξη.
Εξορμώ Συνώνυμο συνδέσεις: εξόρμηση, επιδρομή, εκδρομή, εκστρατεία, επίθεση, ευφυολόγημα, πείραγμα, αστείο, αστείο να αμβλυνθεί, σάτιρα, ιδιοτροπία, debouch, επίθεση, παύλα, άνοιξη,

Εξορμώ Αντώνυμα