Ελάττωμα Συνώνυμα
Ελάττωμα Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- ελάττωμα, ψεγάδι, σφάλμα, παραμόρφωση, ατέλεια, σημείο, δυσμορφία, κηλίδα, λεκές, λεκέδων, μουτζούρα, δάκρυ, ουλή, ρωγμή, διάλειμμα, σχισμή.
Ελάττωμα Συνώνυμο συνδέσεις: ελάττωμα,
ψεγάδι,
σφάλμα,
σημείο,
κηλίδα,
μουτζούρα,
δάκρυ,
ουλή,
διάλειμμα,
σχισμή,