Διαψεύδω Συνώνυμα
Διαψεύδω Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- αντιτίθενται, αρνούνται, απορρίπτουν, να αποκηρύξει, αποκηρύξει, διαφωνία, να διαφωνούν, να δυσπιστώ, διαφέρουν.
- αρνηθεί, έρχονται σε αντίθεση με, αντικρούσει, αμφισβητεί, καταπολεμώ, αντικλήτους, αντίκειται, διαψεύδουν.