Διαφωνήσω Συνώνυμα


Διαφωνήσω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διαφέρουν, διαφωνία, ποικίλλουν, έρχονται σε αντίθεση με, αμφισβητεί, υποστηρίζουν, διαγωνισμό, σύγκρουση, αντιτίθενται, διαμάχη, λογομαχούν.
Διαφωνήσω Συνώνυμο συνδέσεις: διαφέρουν, διαφωνία, αμφισβητεί, υποστηρίζουν, σύγκρουση, αντιτίθενται, διαμάχη, λογομαχούν,

Διαφωνήσω Αντώνυμα