Δανειστώ Συνώνυμα


Δανειστώ Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • εγκρίνει, λάβει, αντιγράψετε, μιμηθούν, καθρέφτη, να στοχαστούν, επαναλάβετε, προσομοίωση, υποθέσουμε, περίπτωση, σφετεριστεί, πειρατής, κάνω λογοκλοπή.
  • παίρνω ένα δάνειο, συγκέντρωση χρημάτων, αφής, χτύπησε για.
Δανειστώ Συνώνυμο συνδέσεις: εγκρίνει, μιμηθούν, προσομοίωση, υποθέσουμε, σφετεριστεί, πειρατής, κάνω λογοκλοπή,

Δανειστώ Αντώνυμα