Γύπας Συνώνυμα


Γύπας Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • παράσιτο, βδέλλα, τσακάλι, σαδιστής, απατεώνα, predator, εκμεταλλευτής, εκβιαστής, στρίγκλα, καρχαρία.
Γύπας Συνώνυμο συνδέσεις: παράσιτο, τσακάλι, εκβιαστής,

Γύπας Αντώνυμα