Γοητεύω Συνώνυμα
Γοητεύω Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- συναρπάζει, enthrall, υπνωτίζω, transfix, κυριαρχούν, spellbind, μαγεύω, αιχμαλωτίζουν, είσοδος, μεταφορά, γοητεύσει.
Γοητεύω Συνώνυμο συνδέσεις: enthrall,
υπνωτίζω,
transfix,
κυριαρχούν,
spellbind,
μαγεύω,
μεταφορά,