Βγαίνω Έξω Συνώνυμα


Βγαίνω Έξω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • έρημος, εγκαταλείψω, εγκαταλείψει, σταματήσουν το κάπνισμα, σκέλος, κοκέτα, αφήνουν στη μοίρα τους, πίσω από.
Βγαίνω Έξω Συνώνυμο συνδέσεις: έρημος, εγκαταλείψει, σκέλος, κοκέτα,

Βγαίνω Έξω Αντώνυμα