Αποκεφαλίσει Συνώνυμα


Αποκεφαλίσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αποκεφαλίζω, λαιμητόμος, εκτελέσει, decollate.
Αποκεφαλίσει Συνώνυμο συνδέσεις: αποκεφαλίζω,