Ανοιχτό Μυαλό Συνώνυμα


Ανοιχτό Μυαλό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • δεκτικοί, αμερόληπτη, ανεκτικός, δεκτική, ανεκτική, χωρίς προκαταλήψεις, undogmatic, εύλογη, tractable.
Ανοιχτό Μυαλό Συνώνυμο συνδέσεις: αμερόληπτη, ανεκτικός, δεκτική, ανεκτική, χωρίς προκαταλήψεις, tractable,

Ανοιχτό Μυαλό Αντώνυμα