Tidy Αντώνυμα


Tidy Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • άτακτη, απεριποίητος, ατημέλητη, βρώμικο, ακατάστατος.
  • μικρό, λιγοστά, ασήμαντο, ευτελές, γενναιόδωροι.

Tidy Αντώνυμα Ρήμα μορφή

  • disarrange, μέχρι το χάλι, αναστατωμένος, σκουπίδια, συνονθύλευμα.

Tidy Συνώνυμα