σε όλο τον κόσμο Αντώνυμα


Σε Όλο Τον Κόσμο Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • τοπικής, νησιωτικές, εθνικής, τοπικιστικά, περιορισμένη, που περιορίζεται.

σε όλο τον κόσμο Συνώνυμα