ορισμός Αντώνυμα


Ορισμός Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ασάφεια, θαμπάδα, ανακρίβεια, άμορφο-νες στενοχωρίας.

ορισμός Συνώνυμα