νεοφώτιστος Αντώνυμα


Νεοφώτιστος Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • παλιό χέρι, εμπειρογνωμόνων, αρχή, έμπειρος, παρελθόν master, crackerjack.

νεοφώτιστος Συνώνυμα