λόγιος Αντώνυμα


Λόγιος Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • αναλφάβητοι, know-τίποτα, αφελή, αμαθής, τούβλο.
  • δάσκαλος, μέντορας, εκπαιδευτής, παιδαγωγός.

λόγιος Συνώνυμα