ικανότητα Αντώνυμα


Ικανότητα Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ανικανότητα, αδυναμία, αναποτελεσματικότητα, ανεπάρκεια.

ικανότητα Συνώνυμα