ιδιαίτερα Αντώνυμα


Ιδιαίτερα Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • απλοί, κοινή, ευρεία, γενική, οικείο, κοινόχρηστο, που επικρατεί, άφθονα.
  • κακοφτιαγμένος, απρόσεκτος, τσαπατσούλης, casual, αμέλεια.
  • κανονική, συχνές, συνήθη, συνήθης, διαδεδομένη.

Ιδιαίτερα Αντώνυμα Επίρρημα μορφή

  • κρισίμως, υποτιμητικά, ψυχρά, αδιάφορα, συγκρατημένα.
  • μικρό, ελαφρώς, ελάχιστα, μόλις και μετά βίας, μετά βίας.

ιδιαίτερα Συνώνυμα