ερειπωμένο Αντώνυμα


Ερειπωμένο Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • στερεά, σταθερό, ισχυρή, καλοφτιαγμένο, εύρωστη, σε καλή κατάσταση.

ερειπωμένο Συνώνυμα