αυστηρός Αντώνυμα


Αυστηρός Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • άκριτη, επαινετικές, ενθάρρυνση, υιοθετώντας, υμνώντας, κολακευτικά.

αυστηρός Συνώνυμα