ανοχή Αντώνυμα


Ανοχή Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • αδυναμία, αστάθεια, αναπηρία, ευπάθεια.
  • προκαταλήψεις, μισαλλοδοξίας, στενότητα, μισαλλοδοξία, σοβινισμό.

ανοχή Συνώνυμα