αναξιόπιστο Αντώνυμα


Αναξιόπιστο Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • αξιόπιστη, αξιόπιστο, συνεχή, ορισμένες, σταθερός, αμετάβλητος.

αναξιόπιστο Συνώνυμα