Τροχίζω Αντώνυμα


Τροχίζω Αντώνυμα Ρήμα μορφή

  • αμβλύνουν ξανά, συμπίεση, ναρκωμένο, βρέξτε, υποτάξει, καταπνίξει.
  • θαμπό, αμβλύ, φθείρω, εκτρίβουν.

Τροχίζω Συνώνυμα