Πολυλογία Αντώνυμα


Πολυλογία Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • λακωνικό, ακρίβεια, σθένος, laconism, περιεκτικότητα σε.

Πολυλογία Συνώνυμα