Μονήρεις Αντώνυμα


Μονήρεις Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ομάδα, πλήθος, το πλήθος, πολλές, πολλαπλές, μυριάδες.

Μονήρεις Συνώνυμα