Μαλλιαρός Αντώνυμα


Μαλλιαρός Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • απότομη, σαφές, σαφείς, σαφώς καθορισμένες, οριστική.

Μαλλιαρός Συνώνυμα