Καθαρόαιμο Αντώνυμα


Καθαρόαιμο Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • δεύτερης κατηγορίας, αργό, χοντρό, αγενής, άξεστος, τραχύ.
  • μισό-φυλής, διασταυρωμένες, υβριδικά, μιγάς, διέσχισαν.

Καθαρόαιμο Συνώνυμα