Ευκολία Αντώνυμα
Ευκολία Αντώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- δυσκολία, σκληρότητα, να κυριαρχεί η χειρονακτική, laboriousness.
- δυσφορία, φτώχεια, πενία, δυστυχία, βάσανο, αναταραχή.
- ταλαιπωρία, μειονέκτημα, ενόχληση, δυσφορία, αδεξιότητα, αμηχανία.