Γυμνή Αντώνυμα


Γυμνή Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • ντυμένη, ντυμένος, επενδυμένα, που καλύπτονται.
  • προστατεύεται, φυλασσόμενο, θωράκιση, απόρθητο.

Γυμνή Συνώνυμα