Αιρετική Αντώνυμα


Αιρετική Αντώνυμα Επίθετο μορφή

  • μικτό, ακομμάτιστος, ευρύ-minded.
  • ορθόδοξοι, εγκεκριμένη, αφοσιωμένος, φονταμενταλιστική, ευσεβής, συμβατικό.

Αιρετική Συνώνυμα