Stouthearted Συνώνυμα


Stouthearted Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • γενναίος, θαρραλέος, σωματώδης, σκληραγωγημένο, τολμηρό, ατρόμητος, ηρωική, γενναία, ψυχωμένος, ανένδοτος, κακεντρεχές, λεοντόκαρδος.
Stouthearted Συνώνυμο συνδέσεις: γενναίος, θαρραλέος, σωματώδης, τολμηρό, ατρόμητος, ηρωική, γενναία, ψυχωμένος, λεοντόκαρδος,

Stouthearted Αντώνυμα