ψίχα Συνώνυμα


Ψίχα Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • μεζέ, κομμάτι, δαγκώσει, θραύσματα, κατακερματίσουν, κόκκους, αγκίδα, κομματάκι, γλιστρήσει, το απόκομμα, σκλήθρα, αρασέ, nip, πρέζα, παύλα, speck, χωματίδα.
ψίχα Συνώνυμο συνδέσεις: κομμάτι, θραύσματα, κατακερματίσουν, αγκίδα, κομματάκι, αρασέ, πρέζα, παύλα, χωματίδα,