φλογερό Συνώνυμα


Φλογερό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • απίστευτα, κάψιμο, λαμπερό, φλεγόμενα, άγριο, κακεντρεχές, πάθος και ένθερμοι, σιγοκαίει, fevered, εμπαθείς, κόκκινο ζεστό, οργισμένος, οργισμένο, ευέξαπτος.
φλογερό Συνώνυμο συνδέσεις: λαμπερό, άγριο, οργισμένος, ευέξαπτος,

φλογερό Αντώνυμα