υπηρέτες Συνώνυμα


Υπηρέτες Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • δουλοπρεπείς, δουλοπρεπής, δουλική, άθλια, συκοφαντικός, truckling, fawning, toadying, δουλοπρεπή, bootlicking.
υπηρέτες Συνώνυμο συνδέσεις: δουλοπρεπής, δουλική, άθλια, fawning,

υπηρέτες Αντώνυμα