υπερχείλιση Συνώνυμα


Υπερχείλιση Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • πλεονασμού.

Υπερχείλιση Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • πλημμύρες, κατακλύζω, τρακάρεις, διαχυθούν, σαλιαρίζω πάνω από, κατακλύζουν, βάλτο, ρίχνουμε, βιασύνη σε, αναβλύζουν, κύμα.
υπερχείλιση Συνώνυμο συνδέσεις: κατακλύζουν, βάλτο, αναβλύζουν, κύμα,