τυφλώνουν Συνώνυμα
Τυφλώνουν Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- μαγέψει, υπνωτίζω, γοητεία, enthrall, μαγεύω, ζαλίζω, καταβάλλω, ξεπερνούν, καταπλήξει, δέος, μεθάω, συναρπάζει, χτυπήσει για ένα βρόχο, kiu.
- τυφλοί, θαμπάδα, bedim, befog, ζάλη, συγχέουμε, επισκιάζει.