τεχνούργημα Συνώνυμα


Τεχνούργημα Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • εφεύρεση, δημιουργία, κατασκευή, επινόηση, εργόχειρα.
τεχνούργημα Συνώνυμο συνδέσεις: εφεύρεση, δημιουργία, κατασκευή,